Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

The fisher king


Ο Βασιλιάς της μοναξιάς

Σκηνοθεσία: Terry Gilliam
Πρωταγωνιστές: Jeff Bridges, Robin Williams, Mercedes Ruehl
Διάρκεια: 137’
Έτος: 1991

Το ζουμί: Ο Jack είναι ένας γνωστός ραδιοφωνικός παραγωγός που μια μέρα προκαλεί, άθελά του, ένα μακελειό. Τρία χρόνια μετά, γεμάτος τύψεις, έχει μετατραπεί σε αλκοολικό και αδιαφορεί για τη ζωή. Μόνο όταν συναντήσει τον Parry, έναν ημίτρελο άστεγο που επηρεάστηκε από αυτό το μακελειό, θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει για να βρει τη δική του λύτρωση.

Λίγα λόγια για το έργο: Η ταινία αυτή είναι μία όμορφη μίξη συναισθημάτων και καταστάσεων παρουσιασμένη με έναν ελαφρώς διαφορετικό τρόπο (αν έχετε δει κάποια άλλη ταινία του Gilliam, μάλλον καταλαβαίνετε τι εννοώ).
Όπως είπα, ο Jack (Jeff Bridges) είναι παρουσιαστής μιας ραδιοφωνικής εκπομπής, γνωστός και επιτυχημένος. Αλλά ο Jack δεν είναι και το καλύτερο υπόδειγμα ανθρώπου. Κυνικός, εγωκεντρικός στα όρια του ναρκισσιστή, αδιάφορος προς τους άλλους , τους κοιτάει αφ υψηλού, κυριολεκτικά και μη, από το πολυτελές διαμέρισμά του στον (διψήφιος αριθμός) όροφο. Τρία χρόνια μετά το συμβάν ο Jack είναι άλλος άνθρωπος. Σχεδόν δηλαδή. Ακόμα είναι κυνικός και αδιάφορος προς τους άλλους αλλά πλέον απομονωμένος από την κοινωνία και με έντονη απέχθεια προς τον εαυτό του και τον κόσμο. Μόνη παρέα του η σύντροφός του Anne (Mercedes Ruehl), που ένας θεός ξέρει πώς τον ανέχεται, και οποιοδήποτε υγρό περιέχει αλκοόλ.
Ο Jack είναι βυθισμένος στις τύψεις για αυτό που συνέβη και θεωρεί τον ίδιο υπεύθυνο. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι αδυνατεί να συγχωρέσει τον εαυτό του και άρα να ξεπεράσει αυτό το στάδιο της μόνιμης θλίψης που βρίσκεται. Αντίθετα, προσπαθεί να τιμωρηθεί με τις αυτοκαταστροφικές συνήθειες που έχει αποκτήσει.
Στο πρόσωπο του Parry (Robin Williams) βρίσκει ο Jack την πιθανή του σωτηρία. Ο Parry είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση ατόμου. Για την ακρίβεια ήταν μια χαρά μέχρι τη μέρα του μακελειού, του οποίου ήταν έμμεσο θύμα. Από τότε, δεν είναι ακριβώς τρελός, αλλά σίγουρα κάτι έχει λασκάρει στο κεφάλι του. Ο Parry είναι άστεγος αλλά δεν τον νοιάζει, γιατί ζει στο δικό του κόσμο. Ψάχνει να βρει το Άγιο Δισκοπότηρο που θα τον απαλλάξει από τους δαίμονές του. Συγκεκριμένα ο δαίμονας του Parry έρχεται στη μορφή ενός Κόκκινου Ιππότη που τον κυνηγάει μανιωδώς.
Σ’ αυτό το σημείο μοιάζουν αρκετά οι δύο χαρακτήρες. Προσπαθούν να ξεφύγουν από μια ψυχική κατάσταση χωρίς να το καταφέρνουν. Προσπαθούν να ξεφύγουν από το οδυνηρό παρελθόν τους αλλά δε γνωρίζουν το πώς. Ο ένας με το να ψάχνει το Δισκοπότηρο, ο άλλος με το να προσπαθεί να βοηθήσει τον πρώτο μήπως και εφησυχάσει την ταραγμένη του συνείδηση.
Ο μόνος ισορροπημένος χαρακτήρας της ταινίας είναι η Anne. Αγαπάει τον Jack και νοιάζεται γι’ αυτόν χωρίς εκείνος να ανταποκρίνεται στις όχι ιδιαίτερα υψηλές απαιτήσεις της. Οι στιγμές που βρίσκεται στο διαμέρισμα με τον Jack είναι πιο "φυσιολογικές", μακριά από την τρέλα και το σουρεαλισμό που περικλείουν τον Parry. Ουσιαστικά είναι και μια πιο συνηθισμένη παρουσία ανάμεσα στο "φευγάτο" Parry και στον απόμακρο Jack.
Και αφού είπα ό, τι είχα να πω για τους χαρακτήρες να συμπληρώσω ότι και οι τρεις παραπάνω ηθοποιοί δίνουν πολύ ωραίες ερμηνείες. Η Mercedes Ruehl κέρδισε μάλιστα το όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου ενώ ο Robin Williams ήταν υποψήφιος για το α’ ανδρικού με το χαρακτήρα του να ισορροπεί ανάμεσα στο κωμικό και το δραματικό, το οποίο ο συγκεκριμένος είναι πολύ κατάλληλος να πετύχει.
Για το τέλος κράτησα το πιο …ιδιαίτερο κομμάτι της ταινίας. Τη σκηνοθεσία του Terry Gilliam. Το πρώην μέλος των Monty Python έχει κρατήσει αρκετά χαρακτηριστικά στοιχεία του ύφους των προηγουμένων ταινιών του. Η τακτική εμφάνιση του Κόκκινου Ιππότη, ο φωτισμός και οι λήψεις του μέρους που μένουν οι άστεγοι και του καταλύματος του Parry και διάφορα άλλα θυμίζουν μεσαιωνικό παραμύθι ενώ βγάζουν μια υποτονική και σκοτεινή ατμόσφαιρα, σε σχέση τουλάχιστον με την υπόλοιπη ταινία. Εδώ με χάλασε λίγο. Αυτά τα στοιχεία μου φάνηκαν λίγο αχρείαστα και θα μπορούσαν να είχαν παρουσιαστεί με τρόπο λιγότερο ….Monty Python (and the Holy Grail). Κάτι ακόμα που δε μ’ άρεσε ήταν το τέλος. Μου φάνηκε σαν το τέλος που ο Gilliam θα ήθελε να είχε δώσει στο Brazil. Λίγο καθοδηγούμενο, σα να έπρεπε να δώσει happy end και γι’ αυτό σε μένα δε φάνηκε απολύτως πειστικό. Απ 'την άλλη, αυτό που ο σκηνοθέτης πέτυχε ήταν να παντρέψει μέσα στην ταινία σκηνές και ιστορίες πόνου, χαράς, θρήνου, μετάνοιας, αγάπης, γέλιου, τρέλας. Μία άκρως φυσική συνύπαρξη όλων των συναισθημάτων.
Αυτά λοιπόν. Δε θέλω καθόλου να σας αποθαρρύνω με τα τελευταία που είπα, αντιθέτως, νομίζω ότι η ταινία είναι μια ωραία επιλογή. Χωρίς να ξετρελάθηκα και παρά τα σημεία που εγώ βρήκα αρνητικά, μου άρεσε που την είδα και ευχαρίστως θα την ξανάβλεπα.

Αγαπημένη σκηνή: Όταν οι δύο πρωταγωνιστές είναι ξαπλωμένοι στο Central Park, με τον Williams γυμνό και να αφηγείται την ιστορία του βασιλιά ψαρά.

2 σχόλια:

  1. Με τετοιους ηθοποιούς πρεπει να προσπαθήσεις πολυ για να βγάλει μετρια ταινία...

    Οταν την ειχα δει (ήμουν πολυ μικρος και χωρις ιδιαιτερη εξοικειωση με το σινεμα) μου ειχε φανει αρκετα αλλόκοτη :-)

    Πολύ ωραία και συνοπτική παρουσίαση.

    Και η αγαπημενη σκηνη: Ε.. ofcourse!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σ' ευχαριστώ fidelio για τα καλά σου λόγια! Συμφωνώ για τους ηθοποιούς. Και πόσο μάλλον όταν δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό, όπως στην ταινία αυτή. Αυτό το αλλόκοτο που είπες είναι είτε που θα κερδίσει το θεατή ή θα τον χαλάσει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή