Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

The Hobbit: An unexpected journey


Χόμπιτ: Ένα αναπάντεχο ταξίδι


Σκηνοθεσία: Peter Jackson
Πρωταγωνιστές: Martin Freeman, Ian McKellen, Richard Armitage
Διάρκεια: 169’
Έτος: 2012

Το ζουμί: Η ιστορία του Bilbo Baggins ο οποίος ξεκινά με μια ομάδα νάνων, μια αποστολή με σκοπό να ανακτήσουν την πόλη τους απ’ όπου τους έδιωξε ένας τρομερός δράκος με το όνομα Smaug.

Λίγα λόγια για το έργο: Οκ, μεταξύ μας, όλοι το περιμέναμε σαν τρελοί. Μπορεί να μην ξέρω τι θα μου ξημερώσει η επόμενη μέρα αλλά από μήνες τώρα ήξερα ότι κάποιο βράδυ μεταξύ 13-20 Δεκεμβρίου θα βρισκόμουν μέσα σε έναν κινηματογράφο να παίρνω την πρώτη μου (από τις τρεις) δόση! Ωστόσο το αποτέλεσμα ήταν, τελικά, αρκετά κατώτερο των προσδοκιών μου.
Η ταινία ξεκινάει με το γνωστό από την τριλογία του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» Bilbo Baggins, θείο του Frodo. Καθώς ξεκινάει να γράφει τα απομνημονεύματά του, η ταινία διηγείται την ιστορία του σαν ένα μεγάλο flashback. Εξήντα χρόνια πριν την πρώτη τριλογία ένας νεαρός Bilbo (Martin Freeman) συναντά τον μάγο Gandalf (Ian McKellen), ο οποίος τον έχει επιλέξει για να ακολουθήσει μια αποστολή. Κάπου εκεί μπαίνουν στην ιστορία καμιά δεκαριά, και βάλε, νάνοι με αρχηγό τον πολλά βαρύ Thorin (Richard Armitage).
Ολόκληρη η φυλή των νάνων ζούσε στην πόλη Erebor όπου εξόρυσσαν χρυσό, μέχρι που, μια μέρα, τους επιτέθηκε ένας δράκος, ονόματι Smaug, διώχνοντάς τους από την πόλη. Ως αποστολή τους, λοιπόν, οι νάνοι θέτουν την ανακατάληψη της Erebor.
Δεν ξέρω αν υπάρχει κανείς που να μην έχει δει την τριλογία του «Άρχοντα». Γι αυτό και όλος ο κόσμος της ταινίας θα φέρει μια ευχάριστη ανάμνηση στους φίλους της πρώτης τριλογίας. Βλέπουμε ξανά γνωστά πρόσωπα (Gandalf, Saruman, Gollum) καθώς και γνωστές τοποθεσίες (Shire, η κοιλάδα με τα ξωτικά που δε θυμάμαι πώς τη λένε κλπ). Όλα αυτά καθώς και η πολύ ωραία μουσική σε βυθίζουν κατευθείαν στη μαγεία του κόσμου που δημιούργησε ο Tolkien. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει και στην εντυπωσιακή φωτογραφία που αναδεικνύει τα έτσι κι αλλιώς παραμυθένια τοπία.
Αλλά, όπως είπα, η ταινία δεν με τρέλανε. Με το μεγαλύτερο μειονέκτημά της να είναι η τεράστια διάρκεια. Το, αρκετές φορές, αδύναμο σενάριο δε δικαιολογεί σε καμία περίπτωση και τα 169 λεπτά (μιλάμε για πάνω από δυόμιση ώρες!) με αποτέλεσμα να κάνει κοιλιά σε αρκετά σημεία. Τι κοιλιά δηλαδή, που ορισμένες σκηνές σβήσιμο κανονικό ήθελαν, κατά τη γνώμη μου.
Νομίζω ότι ο Jackson ώρες ώρες επαναπαυόταν στη δήθεν μαγεία που περιέβαλλε την ταινία και ξεχνούσε να ασχοληθεί με την πλοκή. Ρίξε ένα κοντινό στον McKellen, με την Blanchett να περιφέρεται στο φόντο και με μια φλογέρα να παίζει όλη την ώρα και τσουπ, έτοιμη άλλη μια άχρηστη σκηνή. Δεν κρύβω ότι ήταν αρκετές οι στιγμές που βαρέθηκα και έλεγα από μέσα μου «Πάμε παρακάτω επιτέλους».
Για την ακρίβεια, όταν ήθελα να πάει παρακάτω εννοούσα στη δράση. Η αλήθεια είναι ότι όταν κάθισα στη θέση μου ήμουν ήδη ηλεκτρισμένος με την ιδέα της ταινίας και μόνο. Το κατάλαβα πρώτη φορά όταν άρχισαν να ανάβουν τα αίματα. Με το ζόρι κρατιόμουν να μην αρχίζω να φωνάζω «Επίθεση» κι άλλες τέτοιες μαλακίες μέσα στην αίθουσα. Ναι είμαι για δέσιμο, ξεπεράστε το. Ωστόσο νομίζω πως η δράση ήταν περιορισμένη και δεν άφηνε την ένταση να εκτονωθεί. Ίσως να φταίω εγώ που απλά ζητούσα περισσότερα, αλλά μου φάνηκε ότι με το που ξεκινούσε μια μάχη/ κυνηγητό τελείωνε σχεδόν αμέσως. Όχι ότι πρέπει να είναι μια ταινία γεμάτη με σφαγές και διαμελισμένα Όρκς, αλλά για να κρατηθεί το ενδιαφέρον του θεατή ζωντανό για δυόμιση ώρες πρέπει να ανεβάσεις την αδρεναλίνη αρκετά ψηλά. Μην παρεξηγηθώ, η ταινία είχε τη δράση της (ψιλοSPOILER: η στιγμή όπου ο Thorin σκηκώνεται και περπατάει πάνω στο ετοιμόρροπο, φλεγόμενο πεύκο ήταν πολύ epic). Αλλά η περιορισμένη, κάθε φορά, διάρκειά μέσα σε μια τόσο μεγάλη ταινία την καθιστούσε, για μένα, ανεπαρκή.  
Για να ξαναγυρίσω σε κάτι θετικό να αναφέρω τις πολύ ωραίες ερμηνείες των πρωταγωνιστών. Ο McKellen είναι πλέον σταθερή δύναμη ως Gandalf. Αντάξιος του πρωταγωνιστικού του ρόλου στάθηκε και ο Martin Freeman. Ολίγον περίεργος, φοβισμένος και καλοβολεμένος νοικοκύρης που αναγκαστικά ωριμάζει όταν, μακριά απ’ το σπίτι του πρέπει να επιβιώσει μέσα στο τρομακτικό άγνωστο. Ο Thorin, ο μόνος από τους νάνους που ουσιαστικά μας απασχολεί, εισάγει μια πολύ badass νότα στην ταινία. Και, φυσικά, ο πάντα έξοχος Andy Serkis. Ο άνθρωπος πίσω από το περίεργο πλάσμα Gollum που, έστω και στη μία μόνο σκηνή που εμφανίζεται, θυμίζει το γνωστό, σκοτεινό χαρακτήρα του «Άρχοντα».
Επειδή η αλήθεια είναι ότι αρκετά την έθαψα την ταινία, να διευκρινίσω ότι την θεωρώ καλή. Απλά καλή. Εννοείται ότι οι προηγούμενες τρεις πάνε πολύ πιο πάνω από αυτό τον όρο. Η ώρα (η μάλλον οι ώρες) πέρασε σε γενικές γραμμές ευχάριστα. Απλά κάποιες στιγμές θα μπορούσε να περάσει γρηγορότερα. Ορισμένα σημεία, βγαλμένα επίτηδες μέσα από τον «Άρχοντα», με έστειλαν κατευθείαν μία δεκαετία πίσω! Όσο κι αν με απογοήτευσε σε κάποιο βαθμό, σε καμία περίπτωση δε με έκανε να σκεφτώ να μη δω και τις άλλες δύο στο σινεμά. Άλλωστε η τελευταία σκηνή μας κλείνει (η μας ανοίγει;) το μάτι και δείχνει ότι η συνέχεια θα έχει σαματά…


Αγαπημένη σκηνή: Το ψιλοSPOILER που προανέφερα: Όταν όλοι οι ήρωες βρίσκονται στο μετέωρο πάνω απ’ το γκρεμό πεύκο και σηκώνεται ο Thorin με ύφος This is Sparta και περπατάει με άνεση πασαρέλας πάνω στον κορμό. Και να με χαστούκιζες δεν έπαιρνα τα μάτια μου απ’ την οθόνη.

2 σχόλια:

  1. Σχεδόν με σιγουριά θα αναφέρω ως αγαπημένη μου σκηνή τη μάχη των γιγάντων-βράχων. Τη βρήκα φοβερά εντυπωσιακή...

    Γενικά, συμφωνώ απόλυτα μαζί σου. Μία απλώς καλή ταινία, για εμπορικό blockbuster σχεδόν υποδειγματική (όχι σεναριακά), αλλά σε σύγκριση με τον Άρχοντα τίποτα το ιδιαίτερο.

    Οι ώρες όμως ειλικρινά δεν κατάλαβα πώς πέρασαν...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πραγματικά ήταν πολύ εντυπωσιακή σκηνή.
    Ο Άρχοντας είναι άλλο επίπεδο! Και νομίζω πως είναι λογικό. Από ένα και μόνο βιβλίο δε γίνεται να βγάλεις τριλογία. Κάτι θα πάει στραβά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή